Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δερμόπτερος
δερμότυλον
δέρξις
δεροεργής
δέρος
δερριδόγομφος
δέρρις
Δέρρις
δερτόν
δέρτρον
δέρω
δέσις
δέσμα
δεσμευτής
δεσμευτικός
δεσμεύω
δεσμέω
δέσμη
δεσμίας
δεσμίδιον
δέσμιος
View word page
δέρω
to skin, flay
ShortDef
to skin, flay
Debugging
Headword:
δέρω
Headword (normalized):
δέρω
Headword (normalized/stripped):
δερω
IDX:
20484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20485
Key:
Data
{'content': 'to skin, flay'}