Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δερματοφαγέω
δερματοφορέω
δερματοφόρος
δερματοχίτων
δερματόω
δερματώδης
δερμηστής
δερμόπτερος
δερμότυλον
δέρξις
δεροεργής
δέρος
δερριδόγομφος
δέρρις
Δέρρις
δερτόν
δέρτρον
δέρω
δέσις
δέσμα
δεσμευτής
View word page
δεροεργής
tanning

ShortDef

tanning

Debugging

Headword:
δεροεργής
Headword (normalized):
δεροεργής
Headword (normalized/stripped):
δεροεργης
IDX:
20477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20478
Key:

Data

{'content': 'tanning'}