Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰθυιόθρεπτος
αἰθυκτήρ
αἰθύσσω
αἴθω
Αἴθων
αἴθων
αἰθωπός
αἰκάλλω
αἰκάλος
ἀϊκή
αἰκία
αἰκίζω
αἴκισμα
αἰκισμός
αἰκιστικός
αἰκίστρια
αἶκλον
ἀϊκτήρ
ἄϊκτος
αἴλινος
αἰλουροβοσκός
View word page
αἰκία
injurious treatment, an affront, outrage
ShortDef
injurious treatment, an affront, outrage
Debugging
Headword:
αἰκία
Headword (normalized):
αἰκία
Headword (normalized/stripped):
αικια
IDX:
2046
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2047
Key:
Data
{'content': 'injurious treatment, an affront, outrage'}