Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δεξώ
δέομαι
δέον
δεόντως
δέος
δέπας
δεπαστραῖος
δεράγκη
δεράγχη
δεραγχής
δέραιον
δεραιοπέδη
δέργμα
δεριστήρ
δερκευνής
δέρκομαι
Δερκυλίδας
δέρκω
δέρμα
δερματηρά
δερματικός
View word page
δέραιον
a necklace

ShortDef

a necklace

Debugging

Headword:
δέραιον
Headword (normalized):
δέραιον
Headword (normalized/stripped):
δεραιον
IDX:
20452
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20453
Key:

Data

{'content': 'a necklace'}