Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δεξιώνυμος
δεξίωσις
δεξιωτικός
Δεξώ
δέομαι
δέον
δεόντως
δέος
δέπας
δεπαστραῖος
δεράγκη
δεράγχη
δεραγχής
δέραιον
δεραιοπέδη
δέργμα
δεριστήρ
δερκευνής
δέρκομαι
Δερκυλίδας
δέρκω
View word page
δεράγκη
a collar

ShortDef

a collar

Debugging

Headword:
δεράγκη
Headword (normalized):
δεράγκη
Headword (normalized/stripped):
δεραγκη
IDX:
20449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20450
Key:

Data

{'content': 'a collar'}