Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δενδροπήμων
δενδρότης
δενδροτομέω
δενδροτομία
δενδροτόμος
δενδροτρόφος
δενδροφορέω
δενδροφορία
δενδροφόρος
δενδροφυέω
δενδροφυής
δενδρόφυτος
δενδρόω
δενδρυάζω
δενδρύφιον
δενδρώδης
δενδρών
δένδρωσις
δενδρῶτις
δεννάζω
δενναστός
View word page
δενδροφυής
tree-like

ShortDef

tree-like

Debugging

Headword:
δενδροφυής
Headword (normalized):
δενδροφυής
Headword (normalized/stripped):
δενδροφυης
IDX:
20402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20403
Key:

Data

{'content': 'tree-like'}