Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δελφίνιος
δελφινίς
δελφινοειδής
δελφινόσημος
δελφινοφόρος
δέλφιξ
Δελφίς
δελφίς
Δελφοί
Δελφός
δέλφος
δελφύς
δέμα
δέμας
δεμελέας
δέμνιον
δεμνιοτήρης
δέμω
δενδαλίς
δενδίλλω
δενδραῖος
View word page
δέλφος
pig

ShortDef

pig

Debugging

Headword:
δέλφος
Headword (normalized):
δέλφος
Headword (normalized/stripped):
δελφος
IDX:
20358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20359
Key:

Data

{'content': 'pig'}