Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δελτάριον
δελτίον
δελτογράφημα
δελτογράφος
δελτοειδής
δελτόομαι
δελτοποιός
δέλτος
δέλτος2
δελτωτός
δελφάκειος
δελφάκιον
δελφακόομαι
δέλφαξ
Δέλφειος
Δελφικός
δελφινάριον
δελφινίζω
Δελφίνιον
Δελφίνιος
δελφινίς
View word page
δελφάκειος
of a pig

ShortDef

of a pig

Debugging

Headword:
δελφάκειος
Headword (normalized):
δελφάκειος
Headword (normalized/stripped):
δελφακειος
IDX:
20339
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20340
Key:

Data

{'content': 'of a pig'}