Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Δέκιος
Δέκμος
δεκτέος
δεκτήρ
δέκτης
δεκτικός
δεκτός
δέκτωρ
δεκυρεύω
δεκώβολον
δεκώρυγος
δελαστρεύς
δελεάζω
δέλεαρ
δελεάρπαξ
δελέασμα
δελεασμός
δελεάστρα
δέλετρον
δελκανός
δελλίθιον
View word page
δεκώρυγος
ten fathoms long
ShortDef
ten fathoms long
Debugging
Headword:
δεκώρυγος
Headword (normalized):
δεκώρυγος
Headword (normalized/stripped):
δεκωρυγος
IDX:
20314
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20315
Key:
Data
{'content': 'ten fathoms long'}