Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δεκάπλεθρος
δεκάπλευρος
δεκάπληγος
δεκάπλοκος
δεκαπλόος
δεκάπολις
δεκάπους
δεκαπρωτεία
δεκαπρωτεύω
δεκάπρωτοι
δεκάπτυχος
δεκάρουρος
δεκάρταβος
δεκάρχης
δεκαρχία
δέκας
δεκάς
δεκάσημος
δεκάσκαλμος
δεκασμός
δεκάσπορος
View word page
δεκάπτυχος
with ten folds

ShortDef

with ten folds

Debugging

Headword:
δεκάπτυχος
Headword (normalized):
δεκάπτυχος
Headword (normalized/stripped):
δεκαπτυχος
IDX:
20243
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20244
Key:

Data

{'content': 'with ten folds'}