Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δεκάμνους
δεκαμοιρία
δεκάμοιρον
δεκάμυξος
δεκάμφορος
δεκαναΐα
δέκανδρος
δεκανία
δεκανικός
δεκανός
δεκαοκτώ
δεκαολυμπιονίκης
δεκάπαλαι
δεκάπεδον
δεκαπέντε
δεκάπηχυς
δεκαπλασιάζω
δεκαπλάσιος
δεκάπλεθρος
δεκάπλευρος
δεκάπληγος
View word page
δεκαοκτώ
eighteen

ShortDef

eighteen

Debugging

Headword:
δεκαοκτώ
Headword (normalized):
δεκαοκτώ
Headword (normalized/stripped):
δεκαοκτω
IDX:
20225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20226
Key:

Data

{'content': 'eighteen'}