Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δειραχθής
δειρή
δειροκύπελλον
δειρόπαις
δειροτομέω
δείς
δεῖσα
Δεισήνωρ
δεισήνωρ
δεισία
δεισιδαιμονέω
δεισιδαιμονία
δεισιδαίμων
δείσοζος
δέκα
δεκάβαθμος
δεκαβάμων
δεκάβοιος
δεκαγονία
δεκαγώνιον
δεκάγωνον
View word page
δεισιδαιμονέω
have superstitious fears

ShortDef

have superstitious fears

Debugging

Headword:
δεισιδαιμονέω
Headword (normalized):
δεισιδαιμονέω
Headword (normalized/stripped):
δεισιδαιμονεω
IDX:
20172
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20173
Key:

Data

{'content': 'have superstitious fears'}