Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δεινοπάθεια
δεινοπαθέω
δεινοποιέω
δεινόπους
δεινοπροσωπέω
δεῖνος
δεινός
δείνοσμος
δεινότης
δεινόω
δείνωμα
δείνωσις
δεινωτικός
δεινώψ
δεῖξις
δειπνέω
δείπνηστος
δειπνηστύς
δειπνητήριον
δειπνητής
δειπνητικός
View word page
δείνωμα
exaggerated view

ShortDef

exaggerated view

Debugging

Headword:
δείνωμα
Headword (normalized):
δείνωμα
Headword (normalized/stripped):
δεινωμα
IDX:
20134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20135
Key:

Data

{'content': 'exaggerated view'}