Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δεινολογέομαι
δεινολογία
Δεινομένειος
δεινοπάθεια
δεινοπαθέω
δεινοποιέω
δεινόπους
δεινοπροσωπέω
δεῖνος
δεινός
δείνοσμος
δεινότης
δεινόω
δείνωμα
δείνωσις
δεινωτικός
δεινώψ
δεῖξις
δειπνέω
δείπνηστος
δειπνηστύς
View word page
δείνοσμος
evil-smelling
ShortDef
evil-smelling
Debugging
Headword:
δείνοσμος
Headword (normalized):
δείνοσμος
Headword (normalized/stripped):
δεινοσμος
IDX:
20131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20132
Key:
Data
{'content': 'evil-smelling'}