Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δεῖμος
δειμός
δεῖνα
δεινάζω
δειναυξῆσαι
δεινιάς
δεινοβίης
δεινοθέτης
δεινοκάθεκτος
Δεινοκράτης
δεινολεχής
δεινολογέομαι
δεινολογία
Δεινομένειος
δεινοπάθεια
δεινοπαθέω
δεινοποιέω
δεινόπους
δεινοπροσωπέω
δεῖνος
δεινός
View word page
δεινολεχής
dreadfully married

ShortDef

dreadfully married

Debugging

Headword:
δεινολεχής
Headword (normalized):
δεινολεχής
Headword (normalized/stripped):
δεινολεχης
IDX:
20120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20121
Key:

Data

{'content': 'dreadfully married'}