Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δειματώδης
δειμάτωσις
Δεῖμος
δειμός
δεῖνα
δεινάζω
δειναυξῆσαι
δεινιάς
δεινοβίης
δεινοθέτης
δεινοκάθεκτος
Δεινοκράτης
δεινολεχής
δεινολογέομαι
δεινολογία
Δεινομένειος
δεινοπάθεια
δεινοπαθέω
δεινοποιέω
δεινόπους
δεινοπροσωπέω
View word page
δεινοκάθεκτος
hard to be repressed

ShortDef

hard to be repressed

Debugging

Headword:
δεινοκάθεκτος
Headword (normalized):
δεινοκάθεκτος
Headword (normalized/stripped):
δεινοκαθεκτος
IDX:
20118
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20119
Key:

Data

{'content': 'hard to be repressed'}