Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δείελος
δεικανάω
δείκανον
δεικηλίκτας
δείκηλον
δείκνυμι
δεικτέον
δεικτηριάς
δεικτήριον
δείκτης
δεικτικός
δεικτός
δειλαινομένως
δειλαίνω
δείλαιος
δειλαιότης
δειλακρίων
δείλακρος
δειλανδρέω
δείλανδρος
δείλη
View word page
δεικτικός
able to show
ShortDef
able to show
Debugging
Headword:
δεικτικός
Headword (normalized):
δεικτικός
Headword (normalized/stripped):
δεικτικος
IDX:
20074
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20075
Key:
Data
{'content': 'able to show'}