Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δεῖγμα
δειγματίζω
δειγματισμός
δειγματοάρτης
δειγματοκαταγωγία
δειγματοκαταγωγός
δειδήμων
δειδίσκομαι
δειδίσσομαι
δείδω
δειελιάω
δειελινός
δείελος
δεικανάω
δείκανον
δεικηλίκτας
δείκηλον
δείκνυμι
δεικτέον
δεικτηριάς
δεικτήριον
View word page
δειελιάω
to wait till evening

ShortDef

to wait till evening

Debugging

Headword:
δειελιάω
Headword (normalized):
δειελιάω
Headword (normalized/stripped):
δειελιαω
IDX:
20062
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20063
Key:

Data

{'content': 'to wait till evening'}