Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δαφνώδης
δαφνών
δαφνωτός
δαφοινεός
δαφοινός
δάψιλδε
δαψίλεια
δαψιλεύομαι
δαψιλής
δάω
δέ
δέατο
δεδημευμένως
δεδιότως
δεδίσκομαι
δεδιττέον
δεδοκημένος
δέημα
δέησις
δεητέον
δεητικός
View word page
δέ
but

ShortDef

but

Debugging

Headword:
δέ
Headword (normalized):
δέ
Headword (normalized/stripped):
δε
IDX:
20039
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20040
Key:

Data

{'content': 'but'}