Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δατύσσω
Δαυίδ
Δαυίδης
δαῦκος
δαῦκος2
Δαυλία
Δαυλιάς
Δαύλιος
Δαυλίς
δαῦλον
δαυλός
δαύω
δάφνα
δαφναῖος
δαφνειδής
δαφνέλαιον
δάφνη
δαφνήεις
δαφνηφαγία
δαφνηφάγος
δαφνηφορεῖον
View word page
δαυλός
thick, shaggy
ShortDef
thick, shaggy
Debugging
Headword:
δαυλός
Headword (normalized):
δαυλός
Headword (normalized/stripped):
δαυλος
IDX:
20005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-20006
Key:
Data
{'content': 'thick, shaggy'}