Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δασύκερκος
δασύκνημος
δασυλλίς
δασύμαλλος
δασυμέτωπος
δασυντέον
δασυντής
δασύνω
δασυπόδειος
δασύπους
δασύπρωκτος
δασυπώγων
δασύς
δασυσμός
δασύστερνος
δασύστομος
δασύτης
δασύφλοιος
δασυχαίτης
δατέομαι
δατήριος
View word page
δασύπρωκτος
rough-bottomed

ShortDef

rough-bottomed

Debugging

Headword:
δασύπρωκτος
Headword (normalized):
δασύπρωκτος
Headword (normalized/stripped):
δασυπρωκτος
IDX:
19979
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19980
Key:

Data

{'content': 'rough-bottomed'}