Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δάσμα
δάσμευσις
δασμολογέω
δασμολογία
δασμολόγος
δασμός
δασμοφορέω
δασμοφορία
δασμοφόρος
δάσος
δάσοφρυς
δασπλῆτις
δάσσω
δασυγένειος
δασυγραφέω
δασύθριξ
δασύκερκος
δασύκνημος
δασυλλίς
δασύμαλλος
δασυμέτωπος
View word page
δάσοφρυς
with shaggy brows
ShortDef
with shaggy brows
Debugging
Headword:
δάσοφρυς
Headword (normalized):
δάσοφρυς
Headword (normalized/stripped):
δασοφρυς
IDX:
19963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19964
Key:
Data
{'content': 'with shaggy brows'}