Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δάνος2
δάος
δαπάνα
δαπανάω
δαπάνη
δαπάνημα
δαπανηρία
δαπανηρός
δαπάνησις
δαπανητής
δαπανητικός
δαπανοθήκη
δαπανόω
δάπεδον
δαπιδυφάντης
δάπις
δάπτης
δάπτω
δάρατος
Δαρδανία
Δαρδάνιαι
View word page
δαπανητικός
consuming

ShortDef

consuming

Debugging

Headword:
δαπανητικός
Headword (normalized):
δαπανητικός
Headword (normalized/stripped):
δαπανητικος
IDX:
19919
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19920
Key:

Data

{'content': 'consuming'}