Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δάνος
δάνος2
δάος
δαπάνα
δαπανάω
δαπάνη
δαπάνημα
δαπανηρία
δαπανηρός
δαπάνησις
δαπανητής
δαπανητικός
δαπανοθήκη
δαπανόω
δάπεδον
δαπιδυφάντης
δάπις
δάπτης
δάπτω
δάρατος
Δαρδανία
View word page
δαπανητής
spendthrift
ShortDef
spendthrift
Debugging
Headword:
δαπανητής
Headword (normalized):
δαπανητής
Headword (normalized/stripped):
δαπανητης
IDX:
19918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19919
Key:
Data
{'content': 'spendthrift'}