Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δανείζω
δανειοκόπος
δάνειον
δάνεισμα
δανεισμός
δανειστέον
δανειστής
δανειστικός
δανός
δάνος
δάνος2
δάος
δαπάνα
δαπανάω
δαπάνη
δαπάνημα
δαπανηρία
δαπανηρός
δαπάνησις
δαπανητής
δαπανητικός
View word page
δάνος2
death

ShortDef

gift, present
death

Debugging

Headword:
δάνος2
Headword (normalized):
δάνος
Headword (normalized/stripped):
δανος2
IDX:
19909
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19910
Key:

Data

{'content': 'death'}