Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δαναοί
Δαναός
δανειακός
δανείζω
δανειοκόπος
δάνειον
δάνεισμα
δανεισμός
δανειστέον
δανειστής
δανειστικός
δανός
δάνος
δάνος2
δάος
δαπάνα
δαπανάω
δαπάνη
δαπάνημα
δαπανηρία
δαπανηρός
View word page
δανειστικός
of or for money-lending

ShortDef

of or for money-lending

Debugging

Headword:
δανειστικός
Headword (normalized):
δανειστικός
Headword (normalized/stripped):
δανειστικος
IDX:
19906
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19907
Key:

Data

{'content': 'of or for money-lending'}