Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δαμασίφρων
δαμασίχθων
Δαμασκηνόν
Δαμασκηνός
Δαμασκός
Δάμασος
δαμαστέον
Δαμαστορίδης
δαμάτειρα
δαματρίζειν
δαμιεργός
δαμνάω
δάμνημι
δαμνῆτις
Δάμνιππος
δάμνιππος
δαμνογόνη
δαμοθοινία
δαμόομαι
δᾶμος
δαμότας
View word page
δαμιεργός
Dor. for δημιουργός

ShortDef

Dor. for δημιουργός

Debugging

Headword:
δαμιεργός
Headword (normalized):
δαμιεργός
Headword (normalized/stripped):
δαμιεργος
IDX:
19877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19878
Key:

Data

{'content': 'Dor. for δημιουργός'}