Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δάμασις
δαμασίφρων
δαμασίχθων
Δαμασκηνόν
Δαμασκηνός
Δαμασκός
Δάμασος
δαμαστέον
Δαμαστορίδης
δαμάτειρα
δαματρίζειν
δαμιεργός
δαμνάω
δάμνημι
δαμνῆτις
Δάμνιππος
δάμνιππος
δαμνογόνη
δαμοθοινία
δαμόομαι
δᾶμος
View word page
δαματρίζειν
gather in the fruits of the earth

ShortDef

gather in the fruits of the earth

Debugging

Headword:
δαματρίζειν
Headword (normalized):
δαματρίζειν
Headword (normalized/stripped):
δαματριζειν
IDX:
19876
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19877
Key:

Data

{'content': 'gather in the fruits of the earth'}