Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δαλερός
δαλλώ
Δαλματεῖς
δαλματικομαφόρτης
δαλός
δαμάζω
Δαμαῖος
δαμάλη
δαμαλήβοτος
δαμάλης
δαμαληφάγος
δαμαλίζω
δάμαλις
δαμαλοπόδια
δάμαλος
δαμαντήρ
δάμαρ
δαμαρίππεως
δαμασάνδρα
δαμασήνωρ
δαμασικόνδυλος
View word page
δαμαληφάγος
beef-eating

ShortDef

beef-eating

Debugging

Headword:
δαμαληφάγος
Headword (normalized):
δαμαληφάγος
Headword (normalized/stripped):
δαμαληφαγος
IDX:
19853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19854
Key:

Data

{'content': 'beef-eating'}