Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δακτυλόδικτος
δακτυλοδόχμη
δακτυλοειδής
δακτυλοκαμψόδυνος
δακτυλοποιητικός
δακτυλόπους
δάκτυλος
δακτυλότριπτος
δακτυλωτός
Δαλασσηνός
δαλερός
δαλλώ
Δαλματεῖς
δαλματικομαφόρτης
δαλός
δαμάζω
Δαμαῖος
δαμάλη
δαμαλήβοτος
δαμάλης
δαμαληφάγος
View word page
δαλερός
burning, hot
ShortDef
burning, hot
Debugging
Headword:
δαλερός
Headword (normalized):
δαλερός
Headword (normalized/stripped):
δαλερος
IDX:
19843
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19844
Key:
Data
{'content': 'burning, hot'}