Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δακτυλίς
δακτυλιστής
δακτυλοδεικτέω
δακτυλόδεικτος
δακτυλόδικτος
δακτυλοδόχμη
δακτυλοειδής
δακτυλοκαμψόδυνος
δακτυλοποιητικός
δακτυλόπους
δάκτυλος
δακτυλότριπτος
δακτυλωτός
Δαλασσηνός
δαλερός
δαλλώ
Δαλματεῖς
δαλματικομαφόρτης
δαλός
δαμάζω
Δαμαῖος
View word page
δάκτυλος
a finger
ShortDef
a finger
Debugging
Headword:
δάκτυλος
Headword (normalized):
δάκτυλος
Headword (normalized/stripped):
δακτυλος
IDX:
19839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19840
Key:
Data
{'content': 'a finger'}