Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δακτυλήθρα
δακτύληθρον
δακτυλιαῖος
δακτυλίδιον
δακτυλίζω
δακτυλικός
δακτυλιογλυφία
δακτυλιογλύφος
δακτυλιοθήκη
δακτύλιος
δακτυλιουργός
δακτυλίς
δακτυλιστής
δακτυλοδεικτέω
δακτυλόδεικτος
δακτυλόδικτος
δακτυλοδόχμη
δακτυλοειδής
δακτυλοκαμψόδυνος
δακτυλοποιητικός
δακτυλόπους
View word page
δακτυλιουργός
ring-maker
ShortDef
ring-maker
Debugging
Headword:
δακτυλιουργός
Headword (normalized):
δακτυλιουργός
Headword (normalized/stripped):
δακτυλιουργος
IDX:
19828
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19829
Key:
Data
{'content': 'ring-maker'}