Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δακρυπλώω
δακρυρροέω
δακρύρροια
δακρύρροος
δακρυσίστακτος
δακρυτός
δακρυχαρής
δακρυχέων
δακρύω
δακρυώδης
δακτυλήθρα
δακτύληθρον
δακτυλιαῖος
δακτυλίδιον
δακτυλίζω
δακτυλικός
δακτυλιογλυφία
δακτυλιογλύφος
δακτυλιοθήκη
δακτύλιος
δακτυλιουργός
View word page
δακτυλήθρα
a finger-sheath
ShortDef
a finger-sheath
Debugging
Headword:
δακτυλήθρα
Headword (normalized):
δακτυλήθρα
Headword (normalized/stripped):
δακτυληθρα
IDX:
19818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19819
Key:
Data
{'content': 'a finger-sheath'}