Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δακρυογόνος
δακρυόεις
δάκρυον
δακρυοπετής
δακρυοποιός
δακρυότιμος
δακρυπλώω
δακρυρροέω
δακρύρροια
δακρύρροος
δακρυσίστακτος
δακρυτός
δακρυχαρής
δακρυχέων
δακρύω
δακρυώδης
δακτυλήθρα
δακτύληθρον
δακτυλιαῖος
δακτυλίδιον
δακτυλίζω
View word page
δακρυσίστακτος
dropping tears

ShortDef

dropping tears

Debugging

Headword:
δακρυσίστακτος
Headword (normalized):
δακρυσίστακτος
Headword (normalized/stripped):
δακρυσιστακτος
IDX:
19812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19813
Key:

Data

{'content': 'dropping tears'}