Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δακνιστήρ
δάκνω
δακνώδης
δάκος
δάκρυ
δάκρυμα
δακρυογόνος
δακρυόεις
δάκρυον
δακρυοπετής
δακρυοποιός
δακρυότιμος
δακρυπλώω
δακρυρροέω
δακρύρροια
δακρύρροος
δακρυσίστακτος
δακρυτός
δακρυχαρής
δακρυχέων
δακρύω
View word page
δακρυοποιός
inducing tears

ShortDef

inducing tears

Debugging

Headword:
δακρυοποιός
Headword (normalized):
δακρυοποιός
Headword (normalized/stripped):
δακρυοποιος
IDX:
19806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19807
Key:

Data

{'content': 'inducing tears'}