Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δαιτρόν
δαιτρός
δαιτροσύνη
δαιτύμων
δαιτυμών
δαιτύς
Δαίτωρ
δαΐφρων
δαίω
δαίω2
δακέθυμος
δακνάζω
δακνηρός
δακνίς
δακνιστήρ
δάκνω
δακνώδης
δάκος
δάκρυ
δάκρυμα
δακρυογόνος
View word page
δακέθυμος
heart-eating, heart-vexing

ShortDef

heart-eating, heart-vexing

Debugging

Headword:
δακέθυμος
Headword (normalized):
δακέθυμος
Headword (normalized/stripped):
δακεθυμος
IDX:
19792
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19793
Key:

Data

{'content': 'heart-eating, heart-vexing'}