Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δάϊς
δαίσιμος
δαῖσις
δαΐσφαλτος
δαιταλάομαι
δαιταλεύς
δαιταλουργία
δαίτη
δαίτηθεν
δαιτήριον
δαίτης
δαιτικλυτός
δαιτρεία
δαιτρευτῶς
δαιτρεύω
δαιτρόν
δαιτρός
δαιτροσύνη
δαιτύμων
δαιτυμών
δαιτύς
View word page
δαίτης
priest who divided the victims

ShortDef

priest who divided the victims

Debugging

Headword:
δαίτης
Headword (normalized):
δαίτης
Headword (normalized/stripped):
δαιτης
IDX:
19777
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19778
Key:

Data

{'content': 'priest who divided the victims'}