Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δαίομαι
δάϊος
δαϊόφρων
δαίς
δαΐς
δάϊς
δαίσιμος
δαῖσις
δαΐσφαλτος
δαιταλάομαι
δαιταλεύς
δαιταλουργία
δαίτη
δαίτηθεν
δαιτήριον
δαίτης
δαιτικλυτός
δαιτρεία
δαιτρευτῶς
δαιτρεύω
δαιτρόν
View word page
δαιταλεύς
a banqueter, feaster

ShortDef

a banqueter, feaster

Debugging

Headword:
δαιταλεύς
Headword (normalized):
δαιταλεύς
Headword (normalized/stripped):
δαιταλευς
IDX:
19772
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19773
Key:

Data

{'content': 'a banqueter, feaster'}