Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δαίδαλος
Δαίδαλος
δαιδαλούργημα
δαιδαλουργός
δαιδαλόχειρ
δαιέλιξι
δαΐζω
δαιθμός
δαϊκτάμενος
δαϊκτήρ
δαϊκτός
δαϊλμός
Δαΐλοχος
δαιμονάω
δαιμονιάρχης
δαιμονιάω
δαιμονίζομαι
δαιμονικός
δαιμόνιον
δαιμόνιος
δαιμονιοῦχος
View word page
δαϊκτός
to be slain
ShortDef
to be slain
Debugging
Headword:
δαϊκτός
Headword (normalized):
δαϊκτός
Headword (normalized/stripped):
δαικτος
IDX:
19742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19743
Key:
Data
{'content': 'to be slain'}