Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄϊδρις
ἀιδροδίκας
ἀϊδροδίκης
ἀΐδρυτος
αἰδώς
αἰεναοιδός
αἰέναος
αἰένυπνος
αἰετηδόν
αἰετιαῖος
αἰετόεις
ἀΐζηλος
αἰζηός
Αἰήτης
αἰητός
αἴητος
αἰθαλέος
αἰθάλη
αἰθαλίων
αἰθαλόεις
αἰθαλοκομπία
View word page
αἰετόεις
of eagle-kind

ShortDef

of eagle-kind

Debugging

Headword:
αἰετόεις
Headword (normalized):
αἰετόεις
Headword (normalized/stripped):
αιετοεις
IDX:
1972
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1973
Key:

Data

{'content': 'of eagle-kind'}