Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γυριστός
γυρίτης
γυροδρόμος
γυροειδής
γυρόθεν
γῦρος
γυρός
γυρόω
Γυρτιάδης
Γυρτώνη
γύρωσις
γυρωτέον
γύψ
γυψεμπλαστικός
γυψίζω
γυψική
γύψινος
γυψισμός
γύψος
γυψόω
γυψώδης
View word page
γύρωσις
making of a γῦρος

ShortDef

making of a γῦρος

Debugging

Headword:
γύρωσις
Headword (normalized):
γύρωσις
Headword (normalized/stripped):
γυρωσις
IDX:
19666
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19667
Key:

Data

{'content': 'making of a γῦρος'}