Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γυναικωνῖτις
γυναιμανής
γύναιον
γύναιος
γύνανδρος
γυνή
γύννις
γυπαλέκτωρ
γυπάριον
γύπη
γυπιάς
γύπινος
γυποειδής
γυπώδης
Γυραί
γυράλεος
γυργαθίον
γυργαθός
γυρεύω
γυρητόμος
γυρίνη
View word page
γυπιάς
vulture-haunted
ShortDef
vulture-haunted
Debugging
Headword:
γυπιάς
Headword (normalized):
γυπιάς
Headword (normalized/stripped):
γυπιας
IDX:
19640
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19641
Key:
Data
{'content': 'vulture-haunted'}