Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γυναικοπαθέω
γυναικοπίπης
γυναικοπληθής
γυναικόποινος
γυναικοπρεπής
γυναικοπρόσωπος
γυναικότροφος
γυναικουφή
γυναικοφίλης
γυναικοφόνος
γυναικόφρων
γυναικοφυής
γυναικόφωνος
γυναικόψυχος
γυναικόω
γυναικώδης
γυναικωνῖτις
γυναιμανής
γύναιον
γύναιος
γύνανδρος
View word page
γυναικόφρων
of woman's mind

ShortDef

of woman's mind

Debugging

Headword:
γυναικόφρων
Headword (normalized):
γυναικόφρων
Headword (normalized/stripped):
γυναικοφρων
IDX:
19624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19625
Key:

Data

{'content': "of woman's mind"}