Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γυναικογήρυτος
γυναικοδίδακτος
γυναικοήθης
γυναικοθοίνας
γυναικόθυμος
γυναικοϊέραξ
γυναικόκλωψ
γυναικοκρασία
γυναικοκρατέομαι
γυναικοκράτητος
γυναικοκρατία
γυναικοκτόνος
γυναικομανέω
γυναικομανής
γυναικομανία
γυναικόμασθος
γυναικόμιμος
γυναικόμορφος
γυναικονομέω
γυναικονομία
γυναικονόμος
View word page
γυναικοκρατία
the dominion of women

ShortDef

the dominion of women

Debugging

Headword:
γυναικοκρατία
Headword (normalized):
γυναικοκρατία
Headword (normalized/stripped):
γυναικοκρατια
IDX:
19603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19604
Key:

Data

{'content': 'the dominion of women'}