Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γυναικικός
γυναίκισις
γυναικίσκιον
γυναικισμός
γυναικιστί
γυναικόβουλος
γυναικογήρυτος
γυναικοδίδακτος
γυναικοήθης
γυναικοθοίνας
γυναικόθυμος
γυναικοϊέραξ
γυναικόκλωψ
γυναικοκρασία
γυναικοκρατέομαι
γυναικοκράτητος
γυναικοκρατία
γυναικοκτόνος
γυναικομανέω
γυναικομανής
γυναικομανία
View word page
γυναικόθυμος
of womanish mind

ShortDef

of womanish mind

Debugging

Headword:
γυναικόθυμος
Headword (normalized):
γυναικόθυμος
Headword (normalized/stripped):
γυναικοθυμος
IDX:
19597
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19598
Key:

Data

{'content': 'of womanish mind'}