Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γυμνικός
γυμνιτεύω
γυμνοδερκέομαι
γυμνόκαρπος
γυμνοκοχλίας
γυμνοπαιδίαι
γυμνοπαιδική
γυμνοπερίβολος
γυμνοποδέω
γυμνοπόδιον
γυμνόπους
γυμνορρύπαρος
γυμνός
γυμνοσάνδαλος
γυμνοσοφισταί
γυμνοσπέρματος
γυμνότης
γυμνοφανής
γυμνόχρους
γυμνόω
γύμνωσις
View word page
γυμνόπους
barefooted
ShortDef
barefooted
Debugging
Headword:
γυμνόπους
Headword (normalized):
γυμνόπους
Headword (normalized/stripped):
γυμνοπους
IDX:
19569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19570
Key:
Data
{'content': 'barefooted'}