Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰδεστικός
αἰδεστός
ἀΐδηλος
αἰδημονικός
αἰδημοσύνη
αἰδήμων
αἵδης
Ἀΐδης
ἀϊδής
ἀΐδιος
ἀϊδιότης
ἀϊδνός
αἰδοιϊκός
αἰδοιολείκτης
αἰδοῖον
αἰδοῖος
αἰδοιώδης
αἰδόφρων
ἀϊδρείη
ἄϊδρις
ἀιδροδίκας
View word page
ἀϊδιότης
eternity
ShortDef
eternity
Debugging
Headword:
ἀϊδιότης
Headword (normalized):
ἀϊδιότης
Headword (normalized/stripped):
αιδιοτης
IDX:
1953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1954
Key:
Data
{'content': 'eternity'}