Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Γυθεῖον
γυιαλθής
γυιαλκής
γυιαρκής
γυΐζω
γυιοβαρής
γυιοβόρος
γυιοδάμας
γυιόδαμος
γυιοδόνητος
γυιόκολλος
γυῖον
γυιοπαγής
γυιοπέδα
γυιοπέδη
γυιός
γυιοτακής
γυιοῦχος
γυιόχαλκος
γυιόω
γυλιαύχην
View word page
γυιόκολλος
binding the limbs

ShortDef

binding the limbs

Debugging

Headword:
γυιόκολλος
Headword (normalized):
γυιόκολλος
Headword (normalized/stripped):
γυιοκολλος
IDX:
19521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19522
Key:

Data

{'content': 'binding the limbs'}