Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀγαθαρχίδης
ἀγαθείκελος
ἀγάθεος
ἀγαθίς
ἀγαθογονία
ἀγαθοδαιμονέω
ἀγαθοδαιμονητικός
ἀγαθοδαιμονισταί
ἀγαθοδαίμων
ἀγαθοδοσία
ἀγαθοδότης
ἀγαθοειδής
ἀγαθοεργέω
ἀγαθοεργία
ἀγαθοεργός
ἀγαθοθέλεια
ἀγαθοθελής
Ἀγαθοκλῆς
ἀγαθολογέω
ἀγαθοποιέω
ἀγαθοποίησις
View word page
ἀγαθοδότης
the giver of good

ShortDef

the giver of good

Debugging

Headword:
ἀγαθοδότης
Headword (normalized):
ἀγαθοδότης
Headword (normalized/stripped):
αγαθοδοτης
IDX:
194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-195
Key:

Data

{'content': 'the giver of good'}