Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γρυλλογραφέω
γρύλλος
γρῦλος
Γρύλος
γρυμέα
Γρύνεια
γρυνός
γρῦνος
γρυπάετος
γρυπαλώπηξ
γρυπανίζω
γρυπάνιος
γρυπή
γρυπόομαι
γρυπός
γρυπότης
γρύπτω
γρύπωσις
γρυσμός
γρύτη
γρυτοπωλεῖον
View word page
γρυπανίζω
become wrinkled
ShortDef
become wrinkled
Debugging
Headword:
γρυπανίζω
Headword (normalized):
γρυπανίζω
Headword (normalized/stripped):
γρυπανιζω
IDX:
19483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19484
Key:
Data
{'content': 'become wrinkled'}